Ένα παιδί μεγαλώνει σε έναν οριοθετημένο χώρο, ανάμεσα σε πολλά άλλα παιδιά. Μαζί μεγαλώνουν. Κοιμάται στις Ομάδες, τρώει στην Τραπεζαρία, πηγαίνει σχολείο στο Σχολείο. Η μάνα του όλα αυτά τα χρόνια, από την πρώτη δημοτικού, δεν ήρθε να τον δει. Λαβαίνει όμως γράμματά της. Από τη διεύθυνση του θείου του. Της γράφει στην ίδια διεύθυνση. Δε γνωρίζει άλλη. Τα Σύρματα τον κλείνουν σ’ ένα τεράστιο παραλληλόγραμμο. Εκεί που σταματούν ξεκινά ο άλλος κόσμος, ο έξω. Εκεί που αρχίζουν τελειώνει ο δικός του κόσμος, ο μέσα. Ο θείος του τον έφερε εδώ. Οι μεγάλοι γύρω του, οι ομαδάρχισσες, ο κοινοτάρχης, ο διευθυντής, βαθμίδες σε μια ιεραρχία. Το παιχνίδι με τόσα παιδιά, πιο παιχνίδι. Ο χρόνος περνάει ενώ μένει ακίνητος. Έχει ήδη φτάσει στην πέμπτη τάξη. Κι αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει όπως όλες οι προηγούμενες.
Ένα μυθιστόρημα για την παιδική ηλικία, για το βαθύ μέσα και το αχανές έξω, για τα περάσματα ανάμεσά τους. Ένα βιβλίο για τις Παιδοπόλεις που, από το 1947 έως το 1998, συνυπήρχαν βουβά με τις υπόλοιπες πόλεις της ελληνικής επικράτειας.