Το νησί απείχε πολύ από τη στεριά και, άρα, ήταν ανέκαθεν αρόδο, μόνο που μέχρι τότε δεν το είχε συνειδητοποιήσει κανείς. Είχε κάμποσους μόνιμους κατοίκους, πολλά όμορφα τοπία κι έναν φάρο, που τον άναβε, ένας από χρόνια νεκρός φαροφύλακας. Οι καλοκαιρινοί επισκέπτες του έσπευδαν να θαυμάσουν το κάστρο, το εγκαταλελειμμένο οθωμανικό λουτρό, το ιερό της θεάς Δήμητρας, τα πολλά ετοιμόρροπα μεσαιωνικά σπίτια κι έναν λιμένα που δεν επρόκειτο να επεκταθεί ποτέ. Εν τω μεταξύ, ένα καταστροφικό κοπάδι κατσίκια συνέχιζε ανενόχλητο να πηδά μέσα από ρημαγμένους τοίχους και να τρώει μουχλιασμένα στρωσίδια.
Το νησί, όπως ισχυρίζονται οι ιστορικοί, υπήρξε ανέκαθεν το μήλον της έριδος. Ποιος άμυαλος θα δάγκωνε ποτέ ένα τόσο επικίνδυνο μήλο;
Ένα παιδί που μεγάλωσε εκεί, υπακούοντας σε μια ευγενή γονική προσδοκία, σύντομα θα εκλεγόταν δήμαρχός του. Την ημέρα που είδαν τα πλοία αρόδο, φυσούσε νοτιάς και η ατμόσφαιρα δεν ήταν καθαρή. Οπότε και τους πήρε χρόνο για να βεβαιωθούν ότι επρόκειτο για πλοία αληθινά κι όχι για ψευδαισθήσεις της υγρασίας. Με το που βεβαιώθηκαν όμως πως τους απέκλεισαν από τον κόσμο όλο, είχαν πολλά να κάνουν. Στο νησί εγκλωβίστηκαν πολλοί: ένας θίασος ηθοποιών με τον διακεκριμένο σκηνοθέτη του, το συνεργείο διάνοιξης δρόμων, Έλληνες και ξένοι τουρίστες, ο αρχαιοφύλακας και η καλοκαιρινή αγαπημένη, ένας αποτυχημένος συγγραφέας, μία ομάδα λαθρομεταναστών και όσοι ντόπιοι δεν έτυχε να λείπουν σε ταξίδι.
«Αυτός ο τόπος δεν είναι τόπος» θα συμφωνήσουν όλοι, κι αμέσως θ΄ ανασκουμπωθούν για ν΄ αντιμετωπίσουν την έλλειψη φαρμάκων, τηλεπικοινωνιών, τροφίμων και τσιγάρων. Μαζί με την κακοκαιρία και το αίσθημα της ασφυξίας που θα προκύψει σ΄ όλους απαράλλακτο. Εν τω μεταξύ, ο πρωθυπουργός θα ισχυρίζεται πως εργάζεται φιλόπονα και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καταρρέει μπροστά στις κάμερες. Και ο εχθρικός στόλος θα συνεχίζει να παραμένει αρόδο, για να διαιωνίζει τη δεινή τους θέση.