«Τον θάνατο; Δεν τον σκέφτομαι». Αν αληθεύει αυτό το σχόλιο που αποδίδεται στον Ζαν-Πολ Σαρτρ, τότε κατείχε σπάνια θέση μεταξύ των φιλοσόφων, γιατί ελάχιστοι ήταν εκείνοι που δεν έβαζαν ποτέ τον θάνατο στον νου τους. Σε αυτό το βιβλίο, που καλύπτει ευρύτατο πεδίο και προσφέρει αμέτρητα ερεθίσματα, ο Σάιμον Κρίτσλεϋ υποστηρίζει ότι το ερώτημα τι συνιστά «καλό θάνατο» βρισκόταν στο επίκεντρο της φιλοσοφίας από την αρχαιότητα. Και τότε, τι άποψη πρέπει να σχηματίζουμε για τον θάνατο των ίδιων των φιλοσόφων; Από τις 190 περιπτώσεις που εξιστορούνται εδώ, πολλοί πέθαναν με τρόπο αλλόκοτο και υπάρχουν άφθονα περιστατικά αλλοφροσύνης, φονικά, αυτοκτονίες, πάθη με τη σοβαρή (αλλά και με τη γελοία) έννοια. Ο Ηράκλειτος πέθανε από ασφυξία σκεπασμένος με κοπριά· ο Αριστοτέλης αυτοκτόνησε παίρνοντας ακόνιτο· ο Εμπεδοκλής όρμησε εθελούσια στον κρατήρα της Αίτνας, για να γίνει θεός· ο Χέγκελ, πεθαίνοντας, είπε: «Ένας μόνο με καταλάβαινε στη ζωή μου… Κι ούτε κι αυτός με κατάλαβε»· ο Τζέρεμυ Μπένθαμ έβαλε να τον ταριχεύσουν και σήμερα εκτίθεται σε κοινή θέα στο University College London· o Νίτσε έπαθε νευρικό κλονισμό στο Τορίνο και βυθίστηκε στην τρέλα…
Με αναφορές που εκτείνονται από τα αυτοσαρκαστικά επιθανάτια χαϊκού των δασκάλων του Ζεν ως τα τελευταία λόγια αγίων της χριστιανοσύνης και σοφών της εποχής μας, το Βιβλίο των νεκρών φιλοσόφων καταφέρνει όχι μόνο να μας διασκεδάζει αλλά και να μας βάζει σε σκέψεις. Όπως δείχνει ο Κρίτσλεϋ με πανέξυπνο τρόπο, όταν μελετάμε τι είπαν οι μεγάλοι στοχαστές για τον θάνατο, ανανεώνεται η πίστη μας στη ζωή, καθώς καταλήγουμε να εξετάζουμε το νόημα της ευτυχίας και το κατά πόσον είναι εφικτή. Μαθαίνοντας να πεθαίνουμε, μαθαίνουμε πώς να ζούμε.