«Εσοχή», τόσο σε επίπεδο καθαρά προσωπικό, υποδηλώνοντας μια εσωστρέφεια και μια διαρκή υπαρξιακή αγωνία μπροστά «στον χρόνο που τρέχει», όσο και σε επίπεδο κοινωνικό και πολιτικό, υπονοώντας την απομόνωση, τα αδιέξοδα, τις ματαιώσεις της εποχής του μεταμοντερνισμού και του μετανθρωπισμού.
Ο ποιητικός λόγος του Μιχαήλ Χ. Ρέμπα, άμεσος, οικείος, καθημερινός, εναλλάσσεται ανάμεσα στο ατομικό και στο κοινωνικό, στο προσωπικό και στο δημόσιο, στο ρεαλιστικό και στο μεταφυσικό. Έντονες αντιθέσεις, άλλοτε γρήγορες εναλλαγές εικόνων, άλλοτε μία βασανιστική στατικότητα, έρχονται να φιλοτεχνήσουν μια ποίηση που δεν διστάζει να αποκαλύψει τις καταβολές της, να υπερασπιστεί την ποιητική ρυθμικότητα και να την συνδυάσει με εκείνα τα στοιχεία του μοντερνισμού που αναδεικνύουν την ανάγκη της βαθύτερης, ουσιαστικής επικοινωνίας ως σημαίνουσας ποιητικής πρακτικής: Οι φίλοι ξεμακρύναν. / Άλλος κοιμάται, / άλλος πετάει ραβασάκια / στο λάκκο που φυλάει τις καρδιές / κι άλλος ακόμη περιμένει / την κατανόηση / μέσα από στίχους και βιβλία / μέσα από τοίχους και φωτιές.
Ένας ποιητικός λόγος, άλλοτε αποκαλυπτικός και άλλοτε υπαινικτικός, που καλεί τον αναγνώστη να βιώσει μια συγκινησιακή εμπειρία και να προβεί σε μια συνειδητή συνομιλία με τον αγώνα και την αγωνία τόσο του ατομικού, όσο και του συλλογικού υποκειμένου.