Το Κόμμα σού έλεγε να αρνιέσαι τη μαρτυρία των ματιών και των αυτιών σου. Ήταν η υπέρτατη, η ουσιωδέστερη εντολή του.
Απομονωμένος στο νησί Ιούρα στα ανοιχτά της Σκωτίας, υποφέροντας από τη φυματίωση που θα αποβεί σύντομα μοιραία για τη ζωή του, ο Τζορτζ Όργουελ έγραψε το 1984 με πυρετώδη ρυθμό, σ’ έναν αγώνα δρόμου με τον χρόνο, μεταξύ 1947 και 1948. Στις 4 Δεκεμβρίου του 1948 έστειλε το ολοκληρωμένο χειρόγραφο στον εκδοτικό οίκο Secker and Wartburg και το βιβλίο κυκλοφόρησε στις 8 Ιουνίου του 1949, επτά μόλις μήνες πριν από τον θάνατό του. Κορυφαίο δείγμα πολιτικής δυστοπικής μυθοπλασίας, το 1984 δάνεισε στην αγγλική γλώσσα όρους που καθιερώθηκαν σύντομα στην καθομιλουμένη, ενέπνευσε ταινίες, τηλεοπτικές εκπομπές, θεατρικά έργα, ένα μπαλέτο, μία όπερα, ένα άλμπουμ του Ντέιβιντ Μπόουι, απομιμήσεις, παρωδίες, συνδέθηκε με τους πλέον ετερόκλιτους πολιτικούς χώρους, από το κίνημα των Μαύρων Πανθήρων ως την αντικομμουνιστική Birch Society, ερμηνεύτηκε με ποικίλους τρόπους, απαγορεύτηκε, αμφισβητήθηκε.
Από το επίμετρο της Κατερίνας Σχινά
Η φάρμα των ζώων
Όλο το καλοκαίρι, η δουλειά στη φάρμα πήγαινε ρολόι. Τα ζώα ήταν τόσο ευτυχισμένα όσο δεν θα το φαντάζονταν ποτέ. Κάθε μπουκιά τροφής ήταν μια έντονη, αδιάσειστη χαρά, τώρα που η τροφή ήταν πραγματικά δική τους, που είχε παραχθεί από αυτούς για αυτούς, που δεν τους είχε μοιραστεί με το σταγονόμετρο από ένα γκρινιάρικο αφεντικό. Τώρα που τα άχρηστα, παρασιτικά ανθρώπινα πλάσματα είχαν φύγει, υπήρχε περισσότερο φαγητό για όλους.
Η ηθική δύναμη του Όργουελ δεν έγκειται μόνο στην πολιτική του ανεξαρτησία, στο ότι καταδίκαζε με το ίδιο σφρίγος και την ίδια διαύγεια τόσο τον καπιταλισμό όσο και τον εγγενή σε κάθε πολιτικό σύστημα ολοκληρωτισμό, αλλά και στην ιδιότυπη αθωότητά του, σ’ εκείνη τη σχεδόν παιδική ματιά απέναντι στον κόσμο, που τον έκανε να βλέπει με τόση τρυφερότητα τα ζώα και την αγγλική εξοχή και να γράφει με τόση απλότητα, μια ματιά που υπερέβαινε την απαισιοδοξία του και τον έκανε να πιστεύει «ότι δεν είνα