Δεκατρείς γυναίκες, µε κοινό παρονοµαστή τον σκοτεινό Δεκέµβρη του 1963 που οδήγησε στις διακοινοτικές ταραχές και στη χάραξη της Πράσινης Γραµµής που χώρισε τη Λευκωσία στα δύο, µιλούν για εκείνες τις στιγµές που συγκλόνισαν τον κόσµο τους. Της µίας ο άντρας δεν µπορεί να ανασάνει πνιγµένος στις αµαρτίες του, της άλλης γυρίζει µέσα στον τάφο χωρίς να µπορεί να ησυχάσει, η τρίτη κλαίει για τις άγριες αγκινάρες που της στέρησε ο πόλεµος, η τέταρτη µιλά για τη νύχτα που στάθηκε αφορµή να ξεκινήσει η αιµατοχυσία. Γυναίκες που µιλούν για τα έργα των αντρών. Καλούνται να µαζέψουν τα συντρίµµια, να πλύνουν τα ρούχα των νεκρών, να καθαρίσουν πίσω από τα χαλάσµατα και να συνεχίσουν τη ζωή τους. Και στο επίκεντρο, η άµεση πρωταγωνίστρια της καταστροφής, η Τουρκοκύπρια πόρνη Τζεµαλιγιέ, που µαζί µε τον Τουρκοκύπριο εραστή της Ζεκή υπήρξαν οι πρώτοι νεκροί, ενώ ο θάνατός τους ήταν η αφορµή να ξεκινήσει το κακό.
«Όµως εγιώ εν µιλώ. Έµαθα την τέγνη να µεν αθθυµούµαι. Τζιαι να µε αξιώσει ο Θεός ώσπου να πεθάνω να µάθω τζιαι την τέγνη του να ξηχάνεις. Αλλά τζιείνον λαλούν εν το πιο δύσκολο, εν πιο µεγάλη τέγνη να ξεχάνεις. Εγιώ µόνο να µεν θυµούµαι έµαθα».
Η συγγραφέας βραβεύτηκε το 2019 με το Βραβείο της Κοινοπολιτείας της Περιφέρειας Ευρώπης και Καναδά.