Ορφανός από µητέρα και διωγµένος από τον πατέρα του ο Ζαµπόρ µεγαλώνει σ’ ένα χωριό της Αλγερίας µε τη γεροντοκόρη θεία του και τον παππού του, που έχει χάσει τη µιλιά του. Είναι ένα παιδί µοναχικό, εντελώς διαφορετικό από τα άλλα. Ζει στην άκρη του χωριού, στις παρυφές της ερήµου. Τις µέρες κοιµάται, τις νύχτες περιπλανιέται και καταφεύγει στη συντροφιά των µυθιστορηµάτων µιας σκονισµένης βιβλιοθήκης, τα οποία δίνουν νόηµα στην ύπαρξή του. Πράγµατι, πολύ σύντοµα θα ανακαλύψει πως διαθέτει ένα ιδιαίτερο χάρισµα: όταν γράφει, ο θάνατος αποµακρύνεται και όποιος συµπεριλαµβάνεται στις φράσεις των γραπτών του κερδίζει χρόνο ζωής. Κάποιο βράδυ, ένας από τους ετεροθαλείς αδελφούς του έρχεται να του χτυπήσει την πόρτα: ο πατέρας τους είναι στα τελευταία του και ο Ζαµπόρ είναι ο µόνος που µπορεί να καθυστερήσει το µοιραίο τέλος. Όµως για ποιους λόγους να θέλει ο Ζαµπόρ να παρατείνει τις µέρες ενός ανθρώπου από τον οποίο δεν εισέπραξε ποτέ αγάπη;
Σαν µια νέα και απαράµιλλη Σεχραζάτ, ο Ζαµπόρ γλιτώνει από το κενό σώζοντας τους δικούς του µέσω της ύψιστης δύναµης της γραφής και της εικονοκλαστικής αλήθειας του φανταστικού.
Μύθος, παραβολή αλλά και χειµαρρώδης εξοµολόγηση ταυτόχρονα, το Ζαµπόρ ή Oι ψαλµοί, το δεύτερο βιβλίο του Αλγερινού συγγραφέα που ξεχώρισε µε το Μερσώ, ο άλλος ξένος, είναι ένας ύµνος στη θαυµατουργό δύναµη της λογοτεχνίας, που µεταµορφώνει την προσευχή σε ερώτηση.
«Μια εκτυφλωτική ποιητική παραβολή, µια τρανή απόδειξη της δύναµης της λογοτεχνίας απέναντι στην εγκληµατική βλακεία». Christophe Ono-dit-Biot, Le Point
«Μια υπέροχη ωδή στη δύναµη της αφήγησης από µια σύγχρονη Σεχραζάτ». New York Times Book Review
«Ύµνος στη δύναµη της αφήγησης καθώς και στον λόγο που λυτρώνει, ο ζαµπορισµός µπορεί να καθιερωθεί ως όρος, δίπλα στον δονκιχoτισµό…» Sophie Creuz, L’Echo
«Πλούσιο, λυτρωτικό, προκλητικό, θα κερδίσει όλους τους λάτρεις της λογοτεχνίας». Publishers Weekly