«Είχα πάει στο βουνό µε τη σκέψη πως κάποια στιγµή, εφόσον αντιστεκόµουν αρκετό καιρό, θα µεταµορφωνόµουν σε κάποιον άλλον και πως η µεταµόρφωση θα ήταν µη αναστρέψιµη: όµως ο παλιός µου εαυτός ξεπρόβαλλε κάθε φορά πιο δυνατός από πριν. Είχα µάθει να κόβω ξύλα, ν’ ανάβω φωτιά µες στην καταιγίδα, να καλλιεργώ έναν σχεδόν πρωτόγονο λαχανόκηπο, να µαγειρεύω µε τα χόρτα του βουνού, ν’ αρµέγω µια γελάδα και να δεµατιάζω το άχυρο? δεν είχα όµως µάθει να µένω µονάχος, που είναι κι ο µοναδικός αληθινός στόχος του ασκητισµού. Πιο πολύ κι από σπιτάκι στο δάσος, η µοναξιά έµοιαζε µε το σπίτι των κατόπτρων: όπου κι αν κοίταζα έβλεπα να καθρεφτίζεται η εικόνα µου, παραµορφωµένη, γκροτέσκα, πολλαπλασιασµένη άπειρες φορές».
Στα τριάντα του, αντιµετωπίζει έναν χειµώνα δύσκολο και την αίσθηση ότι δεν πηγαίνει πουθενά: «Ένιωθα αδύναµος, χαµένος και χωρίς αυτοπεποίθηση. Και το κυριότερο, δεν έγραφα, που για µένα είναι σαν να µην κοιµάµαι ή να µην τρώω». Έτσι γεννιέται η απόφαση να εγκαταλείψει το Μιλάνο για µια καλύβα στο βουνό, στα δύο χιλιάδες µέτρα, µε την ελπίδα να συµφιλιωθεί µε το παρελθόν του. Ο βραβευµένος µε Strega για τα Οχτώ βουνά (Εκδ. Πατάκη, 2018) Πάολο Κονιέττι αφηγείται στο Αγρίµι την ιστορία ενός αγώνα µε χέρια γυµνά ενάντια στον πόνο, για να ξαναβρεί ο άνθρωπος τον εαυτό του. Το Αγρίµι είναι µια ωδή στη δύναµη του φυσικού κόσµου, στην αναγκαιότητα της διαρκούς πνευµατικής αναζήτησης, στην ικανότητα του πνεύµατος να προσαρµόζεται στη ρευστότητα της ζωής.
To Αγρίµι (Il ragazzo selvatico) µεταφράζεται ήδη σε περισσότερες από 10 γλώσσες.
«Το υπέροχα γραµµένο αυτοβιογραφικό Αγρίµι του Κονιέττι µιλάει στην ψυχή του ανθρώπου που νιώθει την ανάγκη της αναζήτησης µιας πιο απλής ζωής». Publishers Weekly