Η ισονομία ως μια ξεχωριστή μορφή πολιτειακής οργάνωσης δεν αποτέλεσε μέχρι σήμερα ένα κεντρικό θέμα μελέτης της σύγχρονης έρευνας. Οι εργασίες που δημοσιεύτηκαν κυρίως κατά την περίοδο 1947-1964 και όσες στη συνέχεια ακολούθησαν εστίαζαν το ενδιαφέρον τους στον προσδιορισμό της έννοιας της ισονομίας ενταγμένης στην ιστορία των πολιτικών ιδεών. Στο πλαίσιο αυτό, το ενδιαφέρον εστιαζόταν σε έναν κεντρικό προσανατολισμό: να εντοπιστούν οι φάσεις εξέλιξης της αθηναϊκής δημοκρατίας, δεδομένου ότι αυτή ξεκινά με την ισονομία που εγκαθίδρυσε το 507 στην Αθήνα ο Κλεισθένης.
Αντίθετα, η παρούσα μελέτη αντιμετωπίζει την ισονομία ως έναν ξεχωριστό τύπο πολιτικής συγκρότησης που γνώρισε ο ελληνικός κόσμος στο πλαίσιο των πολλαπλών πολιτειακών μετασχηματισμών και αναδιοργάνωσης του πολιτικού σώματος και των εξουσιών στις ελληνικές πόλεις, την περίοδο μεταξύ 550-479 π.Χ. Υποστηρίζει ότι η ισονομία ενσωματώνεται στην πολιτειακή επινοητικότητα των Ελλήνων του δεύτερου μισού του 6ου και των αρχών του 5ου αι. ως κατάληξη της αντιπαράθεσης γνωρίμων και πλήθους και έχει τη δική της θέση, ως ένα ξεχωριστό πολίτευμα, δίπλα στα πολλά άλλα. Στο πλαίσιο αυτής της πραγματικότητας το νέο αυτό πολίτευμα προέκυψε μέσα από ένα ευρύτερο κίνημα ισότητας και μετατροπής της κοινωνικής πλειονοψηφίας σε πολιτική πλειονοψηφία, ικανοποίησε συγκεκριμένα αιτήματα και εμφανίστηκε ως παρεπόμενο πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων και προγενέστερων πολιτειακών εγχειρημάτων είτε αυτά είχαν τη μορφή τυραννίδων, νομοθεσιών, «κλειστών» αριστοκρατιών, είτε αποικιακών πειραμάτων.