Πώς αποστάζεται η ύλη ενός μυθιστορήματος για την παιδική ηλικία, τη μνήμη, τη γλώσσα των προσφύγων, για την αναπόφευκτη κάθοδο που είναι το δεύτερο μισό κάθε κορύφωσης; Στο σπονδυλωτό ποίημα Βερμίου κατάβαση η γλώσσα ξιφομαχεί με την ολισθηρότητα, επιχειρώντας να δώσει στην κάθοδο τον ρυθμό ενός έργου.
Μπορούν τοπία ιδιωτικών αναμνήσεων (το Βέρμιο, η Χαλκιδική, η Σέριφος…) να γίνουν θέατρο ιστοριών που σε πολλούς θα θύμιζαν κάτι απ’ τον εαυτό τους; Απομεινάρια διαλέκτων και ξέφτια παλαιών γεγονότων χύνονται μέσα στην καθημερινή γλώσσα, όπως οι μνήμες των παιδικών και των εφηβικών καλοκαιριών διαλύονται στη χοάνη της ενήλικης «πραγματικότητας».
Θάνατοι και γεννήσεις, παύσεις και κρεσέντο, φρένο και γκάζι, φλυαρίες και σιωπή: η τρίτη ποιητική συλλογή της Μαρίας Τοπάλη καλεί τον αναγνώστη να την «κατέλθει» προσεκτικά, αλλάζοντας μαλακά τις ταχύτητες, μετρώντας κάθε βήμα. Νοσταλγώντας την κορυφή που κάθε φορά αφήνει πίσω, θαυμάζοντας την ομορφιά του κάμπου που ανοίγεται μπροστά. Μνημονεύοντας.