Όταν πρωτοήρθα στην Ελλάδα το 1954, τα νησιά διατηρούσαν άθικτη την ιστορία τους και τον πολιτισμό τους. Το κάθε νησί είχε δική του αρχιτεκτονική, ενδυμασίες, χορούς, τραγούδια, υφάσματα, είχε τα δικά του πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα όσον αφορά την καλλιεργήσιμη γη, τα ορυκτά του, τις δυνατότητες των λιμανιών του. Τα νησιά είχαν αναπτυχθεί σχεδόν απομονωμένα το ένα από το άλλο. Αυτοκίνητα, οχηματαγωγά και αεροδρόμια ήταν σχεδόν ανύπαρκτα. Συχνά μάλιστα ούτε καν προκυμαία δεν είχαν τα λιμανάκια τους, και τα εμπορεύματα καθώς και οι επισκέπτες και οι ταξιδιώτες έπρεπε να διασχίζουν τις τελευταίες λίγες εκατοντάδες μέτρα απ΄ το πλοίο ως τη στεριά πάνω σε βαρκάκια που σκαμπανέβαζαν αψηφώντας τις αγριεμένες θάλασσες. Πολλοί νέοι άντρες μετανάστευαν ή γίνονταν ναυτικοί. Τα εμβάσματά τους ήταν σημαντικά για την οικογένεια που έμενε πίσω, και συνέβαλλαν ώστε οι ντόπιοι πληθυσμοί να μη φθίνουν. Σήμερα η σούπα του μαζικού τουρισμού έχει ομογενοποιήσει σχεδόν τα πάντα. Με λύπη διαπιστώνεις πόσο πολλά έχουν έτσι χαθεί.
Robert McCabe
“Έχετε την ποιότητα και τη φρεσκάδα του βλέμματος του καλλιτέχνη και του έντιμου ανθρώπου. Χωρίς επιφανειακά τεχνάσματα, μια καθαρή οπτική σε μια ισορροπημένη σύνθεση και μια αισθαντική επικοινωνία του βλέμματος με τους ανθρώπους που συναντήσατε”.
Willy Ronis