Στον Μυστρά, πρωτεύουσα του δεσποτάτου του Μορέως και άλλοτε ακµάζουσα πολιτικά, οικονοµικά και πολιτιστικά πόλη, σήµερα ο µόνος εν δράσει παλαιός οργανισµός της είναι η µονή της Παντάνασσας. Η µονή αυτή υπήρξε ένα από τα τελευταία µεγάλα βυζαντινά δηµιουργήµατα πριν από την πτώση της Κωνσταντινούπολης και του Μυστρά. Αν και από τα κτίρια του αρχικού συγκροτήµατος λίγα τµήµατα διατηρούνται στην αρχική τους κατάσταση, ενώ άλλα έχουν τελείως καταστραφεί, το καθολικό της µονής έχει διατηρηθεί µέχρι τις µέρες µας, µε αρκετές όµως επισκευές και αναστηλωτικές επεµβάσεις, και περιέχει ένα µεγάλο µέρος από τις αρχικές βυζαντινές τοιχογραφίες.
Το καθολικό όµως της µονής δεν αντλεί τη σηµασία του µόνο από τη βυζαντινή τοιχογράφηση. Η ίδια η αρχιτεκτονική της εκκλησίας αποτελεί ένα ιδιαίτερο και µοναδικό καλλιτεχνικό επίτευγµα που χαρακτηρίζει την ιστορική περίοδο της δηµιουργίας της, µια εποχή µεγάλων πολιτικών ανακατατάξεων και προσπαθειών προσέγγισης της ανατολικής αυτοκρατορίας µε τη δυτική Ευρώπη.
Συγχρόνως, η Παντάνασσα σηµατοδοτεί το τέλος των προσπαθειών της παλαιολόγειας εποχής για µια πολιτιστική ανανέωση µε µια δηµιουργία υψηλής αρχιτεκτονικής έκφρασης, αποτέλεσµα διεξοδικού σχεδιασµού, στην οποία εντάσσεται το έργο µεγάλων ζωγράφων της εποχής της. Αναδεικνύει, έτσι, τη δυναµικότητα της καλλιτεχνικής δηµιουργίας των τελευταίων χρόνων του Βυζαντίου αλλά και, µε την τελική προσπάθεια αναµόρφωσης αρχιτεκτονικών στοιχείων της, τον ευρύτερο προβληµατισµό για την περαιτέρω εξέλιξη της τέχνης σε ένα νέο κόσµο που είχε αρχίσει να διαφαίνεται.
Στο βιβλίο αυτό αναλύεται διεξοδικά η ιστορία, η δοµή και η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής δηµιουργίας, καθώς και τα ιδιαίτερα τεχνικά και καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά της.