Κατά τον Μισέλ-Ρολφ Τρουιγιό, «οι σιωπές εισέρχονται στη διαδικασία της ιστορικής παραγωγής σε τέσσερις κρίσιμες στιγμές: τη στιγμή της δημιουργίας δεδομένων (δημιουργία των πηγών)· τη στιγμή της συνάθροισης δεδομένων (δημιουργία των αρχείων)· τη στιγμή της ανάκτησης δεδομένων (δημιουργία αφηγήσεων)· και τη στιγμή της αναδρομικής σημασίας (δημιουργία της ιστορίας στον ύστατο βαθμό)».
Συνοδεύοντας τις σιωπές, η “θήβα μέμφις” θα φιλοδοξούσε να εισέλθει στο περιθώριο των τεσσάρων αυτών στιγμών. Εκτυλίσσεται στα χρόνια που ο Έντσο Τραβέρσο αποκαλεί ευρωπαϊκό εμφύλιο πόλεμο (1914-45). Η προέλευση του όρου αποδίδεται στον Γερμανό ζωγράφο Φραντς Μαρκ, που σημείωνε, σε μια επιστολή του από το μέτωπο λίγο πριν από τον θάνατό του στη μάχη του Βερντέν, ότι ο Πρώτος Παγκόσμιος δεν είναι παρά ένας ευρωπαϊκός εμφύλιος, ένας πόλεμος ενάντια στον εσωτερικό αόρατο εχθρό του ευρωπαϊκού πνεύματος.
Το βιβλίο δομείται ως σπονδυλωτή σειρά συνδυαστικών προσωπογραφιών. Σε αυτές απεικονίζονται, με αφορμή κάποιο μεμονωμένο γεγονός που τους συνέβη ή που προκάλεσαν, πρόσωπα που έζησαν και έδρασαν κατά την περίοδο αυτή – και όχι πάντοτε στο προσκήνιό της. […] (Από τον πρόλογο της έκδοσης)
«ο αυτοχαρτοπαίζων»
στη ράχη
μιας θαλάσσιας χελώνας
κάθεται, μειδιά
και χαρτοπαίζει
ο πολλαπλός μονάχος
εαυτός του
βλέπει σημαδεμένη
τράπουλα στην τσέπη
κι έν’ άσφαιρο πιστόλι
στο συρτάρι
σα γίνει γυρολόγος,
κάθε βράδυ
θα πρέπει κι άλλο πιάνο
να κουρδίζει,
με ξένη προφορά
συνεννοείται,
ενόσω από πάνω του
τ’ αδέλφια,
με κείνον απαράλλαχτα,
πετάνε, τι φύλλο έχει
βλέπουν,
μαρτυράνε
[Από την έκδοση]