Η Χαρούλα είναι ακριβώς όπως το όνομά της. Χαρούμενη, χαριτωμένη και καλόκαρδη. Μαθήτρια της Β’ Λυκείου, Θεσσαλονικιά, βρίσκεται ξάφνου στη Λακωνία, φιλοξενούμενη μιας φιλικής οικογένειας. Ο ναυτικός πατέρας της, η μητέρα της κι ο μικρός αδελφός της είναι όμηροι Σομαλών πειρατών, μαζί με το εικοσιπενταμελές πλήρωμα του πλοίου με το οποίο ταξίδευαν. Ο σκοπός των πειρατών είναι τα λύτρα.
Έτσι, η Χαρούλα αναγκάζεται να μετακομίσει στο σπίτι του αδελφικού φίλου του πατέρα της, του πλοιάρχου και πατέρα τής συνομήλικής της Ειρήνης. Εκεί, στη μικρή ήσυχη πόλη, κοντά στη συμπαραστάτρια οικογένεια, η Χαρούλα ξαναβρίσκει το χαμόγελο που είχε στερηθεί και η ελπίδα αρχίζει να ζωηρεύει μέσα της. Μαζί μ’ αυτή και η ανησυχία. Στήριγμά της η οικογένεια του καπετάνιου και συντροφιά της η Ειρήνη. Αν υπάρχει κάτι θείο και ευεργετικό στη φιλία, αυτά τα δυο κορίτσια το έζησαν. Και αν υφίσταται ακόμη στον τόπο μας η φιλοξενία με την ιερή, αρχαία έννοια, η Χαρούλα την απόλαυσε. Το άξιζε, άλλωστε.
Ένα βιβλίο για το δώρο της φιλίας, για τη φιλοξενία, την ελπίδα και το σεβασμό. Κι επιπλέον ένας ύμνος στον κόσμο που μας περιβάλλει: τη “Γη-Πατρίδα”.