Ο Γιάννης ή Ραμόν, μετά τον θάνατο του πατέρα του και τον δεύτερο γάμο της μητέρας του, αποφασίζει να ζήσει μόνος του. Από τους Αμπελόκηπους στο Παγκράτι, από την απραξία μετά το λύκειο στον στρατό, ένα εικοσάχρονο παιδί στην Αθήνα της δεκαετίας του 1990 ζει μοναχικά, κολλάει στην τηλεόραση ή χάνεται κάθε βράδυ οκτώ με δέκα στους κινηματογράφους της πόλης. Δεν τον απασχολεί η δουλειά, το μέλλον ή το να «γίνει» κάτι, είναι αδιάφορος για το κυρίαρχο λάιφ στάιλ. Άνεργος από πεποίθηση, με περιστασιακές σχέσεις, μοναδική του αναφορά μάλλον έχει τη Νατάσα, τον πλατωνικό του έρωτα από την εποχή του ακριβού του σχολείου. Τίποτα δεν του αρέσει και τίποτα δεν τον συγκινεί, του είναι αδύνατο να συγκεντρωθεί σε ό,τι απαιτεί πνευματικό κόπο, αρνείται να ενσωματωθεί σε έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο ζωής. Ώσπου το πάθος του για μια κοπέλα που προέρχεται από έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό από τον δικό του θα τον οδηγήσει σε άλλες αποφάσεις.
Ο ήρωας του πρώτου μυθιστορήματος του Θανάση Χειμωνά ανήκει στη γενιά του, στη γενιά που έζησε την πρώτη της νεότητα μετά την πτώση του τείχους, μετά την ευφορία του καταναλωτισμού, στα ελληνικά ’90s.
«Ο Θανάσης Χειμωνάς μάς δίνει ένα αφήγημα που αφυπνίζει μία αίσθηση που έχουμε για την πόλη και τον ίδιο μας τον εαυτό, κατορθώνοντας να ερεθίσει ταυτόχρονα την εικόνα ενός ενιαίου, σκοτεινού, οικουμενικού κόσμου, αλλά και τις χορδές μιας πολύ προσωπικής πατρίδας τόσο δικής μας, που εν τέλει δημεύεται ως κοινό κτήμα». Ελισάβετ Κοτζιά
«Και η επιτυχία του Χειμωνά εν προκειμένω συνίσταται στο ότι η ηθική αυτή του Γιάννη ή Ραμόν δεν έχει την παραμικρή ιδεολογική χροιά και δε ζητάει να αποδείξει την υπόστασή της σε κανέναν». Βαγγέλης Χατζηβασιλείου